ψευδογράφος

ψευδογράφος
ψευδογρά?ψευδογράφοςXφ-ος (parox.), ,
A a drawer of false diagrams, Arist.SE171b35, al.
2 writer of falsehoods, Thom.Mag. p.224 R.: = falsarius, Gloss.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ψευδογράφος — ον, ΜΑ αυτός που γράφει ψεύδη, που συνειδητά παραποιεί την αλήθεια αρχ. αυτός που σχεδιάζει εσφαλμένα γεωμετρικά σχήματα ή που κάνει εσφαλμένους γεωμετρικούς υπολογισμούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο) * + γράφος*] …   Dictionary of Greek

  • ψευδογράφῳ — ψευδόγραφος a drawer of false diagrams masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -γραφος — β συνθετικό μεγάλου αριθμού συνθέτων τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, το οποίο προήλθε είτε από το ουσ. γραφή* είτε απευθείας από το ρ. γράφω*. Από τα σύνθετα αυτά, 250 περίπου είναι της αρχαίας γλώσσας, από τα οποία κανένα δεν απαντά …   Dictionary of Greek

  • ευδ(ο)- — ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο ουσιαστικό ψεύδος*. Τα σύνθετα στα οποία εμφανίζεται είναι προσδιοριστικού τύπου, δηλαδή το α συνθετικό προσδιορίζει το β συνθετικό (πρβλ. ψευδομάρτυρας, ψευδ ώνυμος) …   Dictionary of Greek

  • ευδογραφία — ἡ, ΜΑ [ψευδογράφος] μσν. πλαστογραφία αρχ. 1. εσφαλμένη χάραξη γραμμής ή σχήματος 2. ψευδής περιγραφή …   Dictionary of Greek

  • ψευδογραφικός — ή, όν, Α [ψευδογράφος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ψευδογράφο και στην ψευδογραφία* …   Dictionary of Greek

  • ψευδογραφώ — έω, ΜΑ [ψευδογράφος] γράφω ψεύδη, παραποιώ την αλήθεια αρχ. 1. σχεδιάζω εσφαλμένα γεωμετρικά σχήματα 2. απεικονίζω με σφάλματα 3. κάνω εσφαλμένους υπολογισμούς …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”